Πριν τον πόλεμο σε ενα οικισμό κοντά στο Λεωνίδιο, τη Βασκίνα ζούσε μια πολύ όμορφη κοπέλα, Ελένη την έλεγαν.
Η Ελένη στα 16 της χρόνια πήγε να μάθει μοδίστρα στο Λεωνίδιο.
Έμαθε να φτιάχνει φορέματα.
Μέσα σε λίγους μήνες έμαθε καλά τη δουλειά, έφτιαξε και ένα δικο της φόρεμα, πολύ όμορφο κ φανταχτερό που την έκανε να ξεχωρίζει από τα άλλα κορίτσια.
Μια μέρα παραμονές της Παναγίας ξεκίνησε με τον πατέρα της κ άλλους χωρικούς να επιστρέψει στον οικισμό που ζούσαν οι γονείς της κ τα άλλα της αδέρφια στη Βασκίνα.
Στην διαδρομή ήταν και μέρες της Παναγίας, πολλοί από το Λεωνίδιο ανέβαιναν μαζί στην Βασκινα και για το πανηγύρι που γινόταν εκεί.
Η διαδρομή ανηφορική, τα ζώα κ οι μεγαλύτεροι πήγαιναν απ το καλντερίμι τα παιδιά κ οι νέοι έκοβαν δρόμο από τα περικοπά για να προσπεράσουν.
Έτσι ανηφορίζει το καραβάνι και σε μια στιγμή η παρεα των παιδιών και η Ελένη χάνονται σ ένα περικοπό κ καθυστερούν να φτάσουν.
Ένας από την παρέα του πατέρα της Ελένης, τον πλησιάζει κ του λέει,'" Ή Ελένη ξευγάζει κ τα άλλα κορίτσια, πρόσεχε την. Εχει ξεφύγει, δεν την βλέπεις; Εβαλε και φορεμα λουλουδάτο, θα σου φέρει και κάνα κουλούκι.."
Νευρίασε ο πατέρας της όταν τα άκουγε ολα αυτά που από τον θυμό κ την οργή του όταν έφτασαν στο σπίτι στη Βασκίνα μάλωσε την Ελένη τόσο πολύ που ακόμα και το φόρεμα της είπε να το βγάλει και να το δώσει στην μεγαλύτερη αδερφή που είχε σειρά για παντρειά.
Της είπε ακόμα ότι θα φέρει γιατρό να την ανοίξει να δει αν έχει γκαστρωθει εκεί στο Λεωνίδιο με κανέναν.
Η Ελένη χολιασμένη εκείνο το βράδυ έφυγε από το σπίτι.
Ο Αδερφός της ο Νικόλας κοιμόταν κοντά στα ζωντανά του πιο πάνω στη ράχη, όλοι νόμισαν ότι θα πάει εκεί η Ελένη να κοιμηθεί το βράδυ καθώς του είχε και μεγάλη αδυναμία.
Ξημέρωσε της Παναγίας, όλοι ετοιμάστηκαν για την εκκλησία. Ο Νικόλας επέστρεφε από την ράχη μονάχος του, περνώντας πίσω από το σπίτι εκεί που είναι η μεγάλη αχλάδια σαν να είδε την Ελένη.
Ήταν και πρωί ακόμα και δεν είχε φωτίσει καλά, δεν ήταν σίγουρος και μπήκε στο σπίτι, ρώτησε που είναι το κοριτσι; Του είπαν ότι θα ήταν από το βράδυ μαζί του.
Γυρνά πίσω ο Νικόλας να βεβαιωθεί αν ήταν η Ελένη πίσω στην αχλάδια που την είδε πριν και αντικρίζει την Ελένη κρεμασμένη με το κανάβι στην αχλάδια.
Η Ελένη τίμια και σωστή δεν άντεξε όσα της είπε ο πατέρας της και κρεμάστηκε.
Ο Νικόλας χάθηκε το 40 στην Αλβανία...
Η Ελένη στα 16 της χρόνια πήγε να μάθει μοδίστρα στο Λεωνίδιο.
Έμαθε να φτιάχνει φορέματα.
Μέσα σε λίγους μήνες έμαθε καλά τη δουλειά, έφτιαξε και ένα δικο της φόρεμα, πολύ όμορφο κ φανταχτερό που την έκανε να ξεχωρίζει από τα άλλα κορίτσια.
Μια μέρα παραμονές της Παναγίας ξεκίνησε με τον πατέρα της κ άλλους χωρικούς να επιστρέψει στον οικισμό που ζούσαν οι γονείς της κ τα άλλα της αδέρφια στη Βασκίνα.
Στην διαδρομή ήταν και μέρες της Παναγίας, πολλοί από το Λεωνίδιο ανέβαιναν μαζί στην Βασκινα και για το πανηγύρι που γινόταν εκεί.
Η διαδρομή ανηφορική, τα ζώα κ οι μεγαλύτεροι πήγαιναν απ το καλντερίμι τα παιδιά κ οι νέοι έκοβαν δρόμο από τα περικοπά για να προσπεράσουν.
Έτσι ανηφορίζει το καραβάνι και σε μια στιγμή η παρεα των παιδιών και η Ελένη χάνονται σ ένα περικοπό κ καθυστερούν να φτάσουν.
Ένας από την παρέα του πατέρα της Ελένης, τον πλησιάζει κ του λέει,'" Ή Ελένη ξευγάζει κ τα άλλα κορίτσια, πρόσεχε την. Εχει ξεφύγει, δεν την βλέπεις; Εβαλε και φορεμα λουλουδάτο, θα σου φέρει και κάνα κουλούκι.."
Νευρίασε ο πατέρας της όταν τα άκουγε ολα αυτά που από τον θυμό κ την οργή του όταν έφτασαν στο σπίτι στη Βασκίνα μάλωσε την Ελένη τόσο πολύ που ακόμα και το φόρεμα της είπε να το βγάλει και να το δώσει στην μεγαλύτερη αδερφή που είχε σειρά για παντρειά.
Της είπε ακόμα ότι θα φέρει γιατρό να την ανοίξει να δει αν έχει γκαστρωθει εκεί στο Λεωνίδιο με κανέναν.
Η Ελένη χολιασμένη εκείνο το βράδυ έφυγε από το σπίτι.
Ο Αδερφός της ο Νικόλας κοιμόταν κοντά στα ζωντανά του πιο πάνω στη ράχη, όλοι νόμισαν ότι θα πάει εκεί η Ελένη να κοιμηθεί το βράδυ καθώς του είχε και μεγάλη αδυναμία.
Ξημέρωσε της Παναγίας, όλοι ετοιμάστηκαν για την εκκλησία. Ο Νικόλας επέστρεφε από την ράχη μονάχος του, περνώντας πίσω από το σπίτι εκεί που είναι η μεγάλη αχλάδια σαν να είδε την Ελένη.
Ήταν και πρωί ακόμα και δεν είχε φωτίσει καλά, δεν ήταν σίγουρος και μπήκε στο σπίτι, ρώτησε που είναι το κοριτσι; Του είπαν ότι θα ήταν από το βράδυ μαζί του.
Γυρνά πίσω ο Νικόλας να βεβαιωθεί αν ήταν η Ελένη πίσω στην αχλάδια που την είδε πριν και αντικρίζει την Ελένη κρεμασμένη με το κανάβι στην αχλάδια.
Η Ελένη τίμια και σωστή δεν άντεξε όσα της είπε ο πατέρας της και κρεμάστηκε.
Ο Νικόλας χάθηκε το 40 στην Αλβανία...