Πάρνωνας ο Βοτανικός παράδεισος της Μεσογείου και η Ν. Κυνουρία ο κήπος του Διονύσου

Επειδή η Ν. Κυνουρία καλύπτει το ένα τρίτο περίπου της ανατολικής πλευράς του Πάρνωνα, όσα θα αναφέρουμε παρακάτω για τον Πάρνωνα, παράλληλα αναφέρονται και για την Ν. Κυνουρία.Ο Πάρνωνας ονομάζεται έτσι από τα αρχαία χρόνια και αναφέρεται από τον Στράβωνα και τον Παυσανία, λέγεται και Κρόνιον όρος, αφού ήταν το αφιερωμένο ιερό βουνό στον Κρόνο, αλλά και θυληκό , γιατί η βλάστησή του ανακάμπτει γρήγορα σε ορισμένα δάση του, όταν καταστραφούν από φωτιά ή υλοτόμηση.
Είναι ένα από τα βουνά της Πελοποννήσου και από τα σημαντικότερα μαζί με τον Ταϋγετο, όσον αφορά την βιοποικιλότητα της Ελλάδος, αλλά και της Ευρώπης γενικότερα.
Ανήκει στους Ν. Αρκαδίας και Λακωνίας, εκτείνεται από ΒΔ προς ΝΑ, ξεκινώντας από τα Άνω Δολιανά, και την Βλαχοκερασιά Αρκαδίας και φθάνει έως το Γεράκι και την Μονεμβασιά Λακωνίας. Γεννήθηκε πριν από 25 εκ. Χρόνια και η ζωή σ αυτόν άρχισε πριν περίπου από 12.000 χρόνια.
Έχει ποικιλία τοπίων ανυπέρβλητης ομορφιάς, άλλωστε η Αρκαδία, στην οποία ανήκει το μεγαλύτερο μέρος του, φημιζόταν από τα πολύ παλιά χρόνια για την ομορφιά της, η οποία εξιδανικεύτηκε μέσα από διάσημα έργα κορυφαίων πνευματικών ανθρώπων όπως, ο Δάντης ,ο Γκαίτε και εκφράστηκε το Αρκαδικό Ιδεώδες με το ET IN ARCADIA EGO σε βουκολικά ζωγραφικά έργα καλλιτεχνών.
Εδώ στο Πάρνωνα μεγάλωσε ο θεός Διόνυσος και λατρεύτηκε ο θεός Απόλλωνας. Εδώ γεννήθηκαν οι Καρυάτιδες της Ακρόπολης και ταξίδεψαν με τον Έλγιν στην Αγγλία.
Από γεωλογική άποψη, έχει έντονα καρστικά φαινόμενα και γι΄αυτό ενδιαφέρουσα γεωποικιλότητα, αφού οι βουνοκορφές, τα φαράγγια, οι κοιλάδες και τα οροπέδια, οι σπηλιές, τα δάση, οι καταρράκτες και τα τρεχούμενα νερά συνθέτουν την εικόνα του και είναι σπάνια και μοναδικά.
Η υψηλότερη κορυφή του λέγεται Μαλεβός με ύψος 1935 μ. από την θάλασσα.
Όλες οι βουνοκορφές του είναι ομαλές, και βρίσκονται σε μία κορυφογραμμή.
Οι Ανατολικές πλαγιές του καταλήγουν σε όμορφους όρμους, και σε μικρές παραλίες. Οι περισσότερες όμως βουτούν απότομα στα νερά του Μυρτώου πελάγους και στον Αργολικό κόλπο. Οι Δυτικές πλαγιές καταλήγουν στην κοιλάδα του Ευρώτα.
Ποταμοί δεν υπάρχουν, μόνο χείμαροι.
Οι πιό σημαντικοί από αυτούς είναι ο Τάνος στο Άστρος, ο Δαφνώνας στο Λεωνίδιο, ο Σαρανταπόταμος στα Βούρβουρα, ο Βρασιάτης στον Αγ. Ανδρέα,το Μαριόρεμα στο Μαρί.
Η χαράδρα του Δαφνώνα είναι η σπουδαιότερη, η πιό γνωστή για την ομορφιά της, με τις απότομες πλαγιές της, το μαιανδρισμό του χειμάρου της, τα δένδρα της πάνω στην πέτρα χωρίς σχεδόν χώμα καθόλου, με τα σπάνια ενδημικά φυτά της, άλλωστε γι΄αυτό και έχει ενταχθεί στο Δίκτυο Natura 2000 με τον κωδικό GR2520005.
Στην περιοχή του Αγ. Βασιλείου, του Πλατανακίου και του Παλαιοχωρίου, υπάρχουν δάση από δενδρόκεδρο μοναδικού στην Ευρώπη, με πολλή μεγάλη οικολογική αξία, αλλά και ένα σπηλαιοβάραθρο , με βάθος 315 μ. το δεύτερο πιό βαθύ βάραθρο στην Ελλάδα, στην θέση Πρόπαντες Παλαιοχωρίου.
Γεωλογικό ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει, η επίπεδη επιφάνεια σε υψόμετρο 1700 μ., το οροπέδιο του Πάρνωνα που έχει ενταχθεί στο Νatura 2000, επίσης στο Τυρό το οροπέδιο της Παλιόχωρας, εδώ υπάρχει σπηλαιοκαταβόθρα στη θέση Δέρσιος.
Σπηλαιοκαταβόθρα βάθους 495 μ., έχουμε και στα Πελετά., η οποία έχει σταλακτίτες και μικρές λιμνούλες,
Στην περιοχή, της Κοιλάδας της Τριποταμιάς, όπου βρίσκονται τα χωριά Καστάνιτσα, Πλάτανος, Σίταινα και Χάραδρος, υπάρχουν χαραδρώσεις, με ρέματα και πηγές, καταρράκτες ιδιαίτερου φυσικού κάλους αλλά και σπήλαια.
Ιδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει και σε ένα σπήλαιο που βρίσκεται στο Λεωνίδιο, το σπήλαιο του Διονύσου. Όπως προανέφερα, εδώ θεωρείται ότι μεγάλωσε ο θεός Διόνυσος, γιός του Δία και της Σεμέλης, κατά την μυθολογία από την Ινώ. Είναι προσπελάσιμο διώροφο με όμορφους σταλακτίτες και σταλαγμίτες, έχουν βρεθεί σπασμένα ειδώλια και άφθονα όστρακα, που σημαίνει ότι είχε κατοικηθεί.
Ασβεστολιθικά είναι κατά κύριο λόγο τα πετρώματά του, τα οποία και διαβρώνονται από το νερό, δίδοντας σπήλαια, απόκρημνες χαράδρες, γκρεμούς και όχθες ρεμάτων, αλλά δίδουν και μάρμαρα , όπως τα υπόλευκα του Πάρνωνα και τα ονομαστά για την ομορφιά τους μαύρα μάρμαρα του Αγ. Πέτρου. Επίσης έχει και πετρώματα από φλύσχη, που δεν διαβρώνεται από το νερό, το αφήνει να κυλάει όταν είναι επιφανειακά, ενώ μέσα στην γη το συγκρατεί και έτσι δημιουργούνται οι πολλές πηγές του.
Το κλίμα είναι μεσογειακό, με ήπιο χειμώνα και λίγες βροχές, καλοκαίρι με μεγάλες θερμοκρασίες και παρατεταμένη ξηρασία.
Ο Πάρνωνας θεωρείται ως ο Βοτανικός Παράδεισος, γιατί έχει εκατοντάδες είδη και υποείδη φυτών που φυτρώνουν στα χώματά του και αυτό οφείλεται στην ιδιαιτερότητα του κλίματός του, που τους δίνει και ξεχωριστά χαρακτηριστικά.
Έχει πληθώρα φυτών, που από την Αρχαιότητα αναφέρονται ως βότανα και έχουν μελετηθεί από τον Θεόφραστο τον Ερέσιο και τον Πεδάνιο Διοσκουρίδη. Αυτά τα βότανα χρησιμοποιούσε και ο Ασκληπιός για να θεραπεύσει τις ασθένειες του σώματος και της ψυχής των ανθρώπων.
Πάνω από τα 1700μ. υψόμετρο, υπάρχει μία ζώνη, αν και δεν είναι αλπική, χωρίς δένδρα με στεπόμορφα λιβάδια και καλύπτεται από αγκαθωτούς θάμνους και αγροστώδη φυτά. Πιθανόν να έχει δημιουργηθεί από πυρκαγιές ή υπερβόσκιση των ζώων, ή και τα δυο μαζί.
Στην περιοχή με υψόμετρο 700-800μ. και μέχρι τα 1700-1800μ. Υπάρχουν δάση κωνοφόρων, τα οποία αποτελούνται από μαύρη πεύκη ( Pinus nigra), ακολουθεί το ελληνικό έλατο ή κεφαλληνιακή ελάτη (Abius cephalonica), και τέλος το δενδρόκεδρο ή δρυποφόρο άρκευθο (Juniperus drupacea) που είναι Ασιατικής προέλευσης και απαντά μόνο στην συγκεκριμένη περιοχή, αλλά λόγο της σπανιότητάς του είναι προστατευόμενο. Άλλα είδη δασών είναι δάση καστανιάς (Castanea sativa),δάση φυλλοβόλων δρυών όπου τα εδάφη είναι όξινα, και δάση χαλέπιου πεύκης (Pinus halepensis)
Ο Πάρνωνας είναι το τελευταίο κομμάτι γης της Ευρώπης που φύεται το κεφαλληνιακό έλατο και είναι ενδημικό της Ελλάδος, νοτιότερα δεν υπάρχει. Υπάρχουν σ αυτόν περισσότεροι από 15 τύποι οικοτόπων.
Κάτω από τα 700-800μ. και μέχρι την θάλασσα υπάρχουν οι μεσογειακοί θαμνώνες ή αλλιώς μεσογειακή μακία. Όπου αυτά έχουν καεί ή υπερβοσκησθεί, υπάρχει η Φρυγανική βλάστηση ή χσέρσα και καλλιεργούμενα χωράφια.
Στην ίδια ζώνη υπάρχουν και δενδρώδεις καλλιέργειες όπως ελιές , χαρουπιές, εσπεριδοειδή, αμπέλια, κ.λ.π., μετά από εκχέρσωση της μακίας που υπήρχε εκεί από τα προϊστορικά χρόνια.
Στις ρεματιές του υπάρχει αζωνική βλάστηση από πλατάνια , ασημοϊτιές, πικροδάφνες και λυγαριές.
Στους γκρεμούς του υπάρχουν τα χασμόφυτα, που φυτρώνουν στις σχισμές των βράχων και ζουν είτε γιατί διαθέτουν πλούσιο ριζικό σύστημα, είτε γιατί είναι πολύ βαθύρριζα.
Στον Πάρνωνα έχουν καταγραφεί περισσότερα από 600 είδη φυτών, με 113 ενδημικά και 16 τοπικά ενδημικά, με 11 σπάνια και μοναδικά στην Ευρώπη όπως η Χρυσή τουλίπα ή τουλίπα του Ορφανίδη, η κόκκινη τουλίπα κ.λ.π.. Από τα 80 είδη ορχιδέας στην Ελλάδα τα 12 υπάρχουν εδώ.
Η καταγραφή δεν έχει τελειώσει ακόμη και πιστεύεται ότι θα φθάσει ίσως τα 1000 είδη και υποείδη.
Συγκρίνοντας τον αριθμό των ενδημικών (160) της Πελοποννήσου ολόκληρης , και τον αριθμό του Πάρνωνα (113), αντιλαμβανόμαστε την σπουδαιότητά του, όσον αφορά την βιοποικιλότητά του. Δικαίως λοιπόν μπορεί να χαρακτηρισθεί ΒΟΤΑΝΙΚΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ με μεγάλη Οικολογική σημασία.
Τα 16 τοπικά ενδημικά αυτά φυτά του Πάρνωνα είναι:
- ο Αγριοπανσές του Πάρνωνα
- η Ασπερούλα της Ελώνης
- η Ασπερούλα του Μαλεβού
- ο Αστράγαλος του Αγρανιώτη
η Δράβα του Στράσερ
η Κενταύρια η Λακωνική
- η Κενταύρια του Πάρνωνα
-το Κυκλάμινο το Πελοποννησιακό τοπική ποικιλία του Πάρνωνα
- η Ματρικάρια η Ρόδινη
η Μινουάρτια του Πάρνωνα
η Μινουάρτια του Φαβαρζέ
η Νεπέτα του Ορφανίδη
η Πετροράγια η Μεγανθής
η Ποτεντίλλα η Αρκαδική
η Σιληνή η Λακωνική
ο Στάχυς ο Χρυσανθής
Από αυτά ο Αστράγαλος του Αγρανιώτη, η Κενταύρια του Πάρνωνα και ο Αγριοπανσές του Πάρνωνα φύονται στις υψηλότερες κορυφές του βουνού, ενώ η Πετροράγια η μεγανθής, η Ασπερούλα της Ελώνης και η Ποτεντίλλα η Αρκαδική φυτρώνουν αποκλειστικά στη χαράδρα του Δαφνώνα.
Στην ποικιλότητα του τοπίου ανήκουν και οι γεωργικές καλλιέργειες με όποιες επιπτώσεις τους ,στη βιοποικιλότητα του τόπου.
Η καλλιέργεια της ελιάς έχει τον κυρίαρχο λόγο , ακολουθούν της καστανιάς, των εσπεριδοειδών, της χαρουπιάς της αμπέλου και λίγων διαφόρων άλλων οπωροφόρων.
Ιδιαίτερη αναφορά θα κάνουμε στον κάμπο του Λεωνιδίου, ο οποίος χαρακτηρίζεται από γη υψηλής παραγωγικότητος, είναι 4.500 στρ. και καλλιεργούνται κυρίως κηπευτικά.
Εδώ μεγάλωσε και λατρεύτηκε ο θεός Διόνυσος και η περιοχή ονομάστηκε «ο Κήπος του Διονύσου».
Τα παλιά χρόνια υπήρχαν αμπελώνες και σήμερα τους βρίσκουμε στα γύρω χωριά, κυρίως στα Πελετά. Στο πέρασμα του χρόνου, αντικαταστάθηκαν από άλλες καλλιέργειες. Τα αχλάδια της ποικιλίας Κρυστάλι ή βουτυράπιδο, έχουν πατρίδα τους τον κάμπο αυτόν. Υπάρχουν εσπεριδοειδή με κύρια ποικιλία μανταρινιάς την Σατσούμα, πολύ πρώϊμης, και πορτοκαλιάς Μέρλιν που αντικαθίσταται συνεχώς από νεώτερες πιο πρώϊμες και αποδοτικές ποικιλίες. Όσον αφορά τα κηπευτικά, θεωρείται η πατρίδα της Τσακώνικης μελιτζάνας, με την ιδιαίτερη και χαρακτηριστική γλυκιά γεύση της και η οποία έχει χαρακτηρισθεί ΠΟΠ και έχει ταυτοποιηθεί γεννετικώς. Η ντομάτα είναι επίσης μία από τις κυρίαρχες καλλιέργειες του κάμπου, με συνεχή αλλαγή ποικιλιών πιο αποδοτικών σε ποσότητα και ποιότητα, τέτοια ώστε οποιαδήποτε ντόπια ποικιλία αν υπήρχε, έχει εξαφανισθεί εδώ και πολύ καιρό.
Από τις κύριες καλλιέργειες κηπευτικών στην περιοχή είναι και το μαρούλι, που καλλιεργείται έως και τρεις συνεχόμενες καλλιέργειες τον ίδιο χρόνο.
Άλλα κηπευτικά μικρότερης σημασίας είναι, κολοκυθάκια, πιπεριές, φασολάκια, φυλλώδη λαχανικά διάφορα και αρωματικά αρτήματα όπως σέληνο, μαϊντανός , δυόσμοςκ.λ.π.
Το έδαφος του κάμπου είναι προσχωσιγενές, από φερτά υλικά του χειμμάρου Δαφνώνα, που παρά την εντατική καλλιέργειά του εξακολουθεί να είναι γόνιμο, διότι γίνεται μεγάλη χρήση της κόπρου των ζώων για λίπανση.
Ο Πάρνωνας επίσης έχει και υγρότοπους, με σπουδαιότερο αυτόν της λίμνης του Μουστού, συνοδευόμενος από τρεις μικρότερους στα βόρειά του, που έχει ενταχθεί στο NATURA 2000 με τον κωδικό GR 2520003. Επίσης ο υγρότοπος στην εκβολή του Χειμάρου Βρασιάτη και ο υγρότοπος του Φωκιανού.
Όλοι και κυρίως του Μουστού που είναι ανεκτίμητος και αναντικατάστατος, αν και μικρός λόγω συρρικνώσεώς του κατά 40%, αποτελούν καταφύγια και χώρο ξεκούρασης για τα μεταναστευτικά πουλιά.
Στο οικοσύστημα του Υγρότοπου του Φωκιανού υπάρχουν θαμνώνες, αγροστώδη, αγριοκαλάμια και αρμυρίκια. Είναι μικρός υγρότοπος που βρίσκεται ακόμη σε καλή φυσική κατάσταση και αποτελεί δείγμα παράκτιου υγροτροπικού σχηματισμού.
Σε ολόκληρη την Πελοπόννησο ζούσαν παλαιότερα πολλά είδη άγριων θηλαστικών, μερικά εκ των οποίων σήμερα έχουν χαθεί, όπως:
α) Η Καστανή Αρκούδα (Ursus arctos). Εξαφανίστηκε τον 16ο αιώνα.
β) Ο Λύγκας ή Ρίτσος (Lynx lynx). Εξαφανίστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα.
γ) Ο Λύκος (Canis lupus) γύρω στο 1925.
δ) Το Ελάφι (Cervus elaphus). Στην τελευταία περίοδο της Τουρκοκρατίας.
ε) Το Ζαρκάδι ( Capreolus capreolus). Στις αρχές του 20ου αιώνα. Λίγα άτομα επανεισήχθησαν τελευταία.
ζ) Ο Αγριόγατος (Felis sylvestris). Πιθανώς κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα.
Τα άγρια θηλαστικά είναι κυρίως νυκτόβια, μικρού ή μετρίου μεγέθους, όπως ο λαγός, η αλεπού, το κουνάβι, ο ασβός, η νυφίτσα, το τσακάλι, τρωκτικά, νυχτερίδες, σκίουροι. Απειλούμενο μπορεί να θεωρηθεί το τσακάλι γιατί μειώνεται συνεχώς στην Ελλάδα και δεν υπάρχει σε άλλη χώρα της Ευρώπαϊκής Ένωσης.
Στον υγρότοπο του Μουστού ζει και η βίδρα.
Τα ήμερα θηλαστικά της περιοχής είναι γίδια και πρόβατα κατά κύριο λόγο, ελάχιστα βοοειδή κ.α.
Η ορνιθοπανίδα στον Πάρνωνα αριθμεί 217 είδη, εκ των οποίων, άλλα ζουν μόνιμα, άλλα έρχονται τον χειμώνα, άλλα έρχονται το καλοκαίρι και άλλα είναι διαβατάρικα.
Από αυτά τα 53 είδη είναι απειλούμενα ή και προστατευόμενα. Υπάρχουν και κάποια σπάνια όπως ο χρυσαετός, ο τσίφτης, ο στεπόκιρπος, ο σταυραετός, η χιονάδα, ο πετροκότσυφας, η χιονότσιχλα, και η κιτρινοκαλιακούδα, ο πορφυροτσικνιάς.
Η ιχθυοπανίδα στα γλυκά νερά, είναι περιορισμένη τόσο σε αριθμό ειδών όσο και σε άτομα.
Στην λίμνη του Μουστού και Χερονησίου, υπάρχουν όλα τα είδη εκείνα που είναι κοινά για όλες τις ελληνικές λιμνοθάλασσες. Υπάρχουν χέλια, ο γούργος ή ζαχαριάς, όλα τα είδη κέφαλου, καθώς και στα σημεία που έρχεται σε επαφή με την θάλασσα υπάρχουν , η σακοράφα, η αθερίνα, γόνος τσιπούρας, γόνος μουρμούρας και λαβρακίου
Ο Γούργος ή Ζαχαριάς (Aphanius fasciatus) , είναι είδος ενδημικό της Ελλάδος. Η Σακοράφα (Syngnathus acus), Είναι είδος προστατευόμενο βάσει διεθνών συμβάσεων. Και τα δύο πιο πάνω είδη είναι σπάνια και χρίζουν προστασίας.
Όσον αφορά τα αμφίβια και εδώ η πανίδα τόσο στον Πάρνωνα όσο και στην Ν. Κυνουρία είναι πολύ πλούσια. Μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί περίπου 26 είδη αφιβίων και ερπετών. Εξ αυτών τα 2 είδη είναι ενδημικά της Ελλάδος και 2 είδη μόνο της Πελοποννήσου.
Από τα αμφίβια τα κυριότερα είναι : η Μπράσκα, ο μεγαλύτερος φρύνος στην Ελλάδα, ο Πρασινόφρυνος, ο Δενδροβάτραχος, ο Λιμνοβάτραχος, ο Ελληνικός Καφέ βάτραχος και ο Ευκίνητος Καφέ βάτραχος ή Πηδοβάτραχος.
Από τα ερπετά εδώ θα δούμε την Κρασπεδοχελώνα, την Μεσογειακή χελώνα, Νεροχελώνες, το κεφαλλονίτικο κονάκι, την αιγόσαυρα, την οφιόμορφο σαύρα, την τρανόσαυρα, την βακνόσαυρα, τον κυρτοδάκτυλο, την οχιά ,τον τυφλίτη, τη δεντρογαλιά ,το σαπίτη, το λιμνόφιδο, το ασινόφιδο , το λαφιάτη κ.λ.π.
Η Πελοποννησιακή γουστέρα και η ελληνική σαύρα είναι ενδημικά της Πελοποννήσου , αν και δεν είναι σπάνια ή απειλούμενα, εντούτοις έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε Ευρωπαϊκό επίπεδο λόγω του ενδημισμού τους.
Στην περιοχή αν και υπάρχουν πάρα πολλά είδη εντόμων και ασπονδύλων πολύ λίγα έχουν καταγραφεί, κάπου 21 είδη, εκ των οποίων τα 11 είναι ενδημικά της Ελλάδας και 6 προστατευόμενα από την Εθνική και Διεθνή Νομοθεσία. Μερικά από αυτά φέρουν παράξενα ονόματα όπως το Αρμαλίδιο το καλαματιανό, το Αρμαλίδιο το τριπολιτσιότικο, ο Πλατυκλεής ο Πάρνων. Ο Ποικιλίμων ο ευγενής, η Ανθοχαρίς του Γκρούνερ, η Ζερύνθια η Πολυξένη, η Πιερίς η Εργάνη, η Πιερίς του Κρούπερ κ.λ.π.
Η Ζερύνθια η Πολυξένη είναι προστατευόμενο είδος.
Επίσης άλλα έντομα στην περιοχή που έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι , διάφορα είδη μέλισσας, που συμβάλλουν στην οικονομία του τόπου με το μέλι που παράγουν. Στην Νότια Κυνουρία αριθμούν πλέον των 10.000 κυψελών.
Και οι πληθυσμοί των μελισσών σε μία περιοχή, είναι ένας δείκτης μεγάλης χλωριδικής ποικιλότητος , όταν σε αυτήν την περιοχή έχουμε παραγωγή πολλών ειδών μελιού και γύρης.
Τα θαλάσσια οικοσυστήματα όπου υπάρχουν, είναι τα ίδια με αυτά που προαναφέραμε, συμπληρώνουν τα υπόλοιπα και σαν ενιαίο σύνολο δείχνουν την βιοποικιλότητα του τόπου αυτού.
Ο Άνθρωπος αποτελεί και αυτός ένα κομματάκι από το οικοσύστημα και συμβάλλει με τα έργα του, την ιστορία του και την εν γένει συμπεριφορά και πορεία του διαμέσου των αιώνων, στην βιοποικιλότητα του τόπου στον οποίο γεννήθηκε και ζει.
Στην περιοχή του Πάρνωνα και ιδιαίτερα της Νότιας Κυνουρίας, λόγω κυρίως του ανάγλυφου του εδάφους της ,επικοινωνούσε πιο δύσκολα με την γύρω περιοχή. Αυτό είχε σαν συνέπεια η περιοχή να δεχθεί πολύ λιγότερες καταστρεπτικές επεμβάσεις και να θεωρείται αυτήν τη στιγμή ένας βοτανικός παράδεισος.
Μέχρι τώρα όλες οι ενέργειές του ήταν φιλικές προς το περιβάλλον, πολύ ήπιες και τα κτίσματά του ταιριασμένα με αυτό.
Διατήρησε και διατηρεί τις παραδόσεις, τα γλωσσικά ιδιώματα, μνήμες και ήθη συνεχώς και αδιαλείπτως, δείχνοντας πόσο δεμένος είναι με την γη που τον γέννησε.
Τέλος ζούμε σε έναν πλανήτη που εδώ και 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια, γίνονται διαρκείς αλλαγές, όμως τώρα, είναι τόσο ραγδαίες όσο ποτέ πιο πριν. Και για ένα ποσοστό αυτών των αλλαγών ευθυνόμαστε εμείς οι άνθρωποι, υποβαθμίζοντας τα διάφορα οικοσυστήματα.
Όπως λέει και ο Θεόφραστος, ο σκοπός της φύσης δεν είναι η διαιώνιση του ανθρώπινου είδους, αλλά η διασφάλιση της βιοποικιλότητας των ειδών.
Όμως, αν και είναι προικισμένος με νου και λογικό, θεωρεί τον εαυτόν του πάνω από όλα τα πλάσματα της γης. Είναι τόσο εγωιστής, που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί για ίδιο όφελος, κάθε τι που τον εξυπηρετεί και τον ευχαριστεί. Έτσι σπατάλησε και σπαταλά, ότι απλόχερα μέχρι σήμερα του έχει προσφέρει η φύση.
Από αυτή την άμυαλη συμπεριφορά του και τις πράξεις του, έφθασε στο σημείο, ώστε να συμβάλλει, καταστρέφοντας το φυσικό του περιβάλλον, αρνητικά, στην συνεχιζόμενη αλλαγή του κλίματος της γης, χωρίς να σκέφτεται τις απρόβλεπτες επιπτώσεις και συνέπειες που θα έρθουν.
Αν βάλουμε ένα στηθοσκόπιο και σκύψουμε ευλαβικά να αφουγκραστούμε τον παλμό του πλανήτη μας, θα ακούσουμε , είμαι βέβαιη, μια κραυγή αγωνίας και λύπης, γιατί είναι άρρωστος, τόσο που φοβάμαι μήπως είναι πολύ αργά για να μπορέσουμε να κάνουμε κάτι γι αυτό.
Ωστόσο πρέπει να προσπαθήσουμε να σώσουμε ότι έχει απομείνει τουλάχιστον και να διορθώσουμε ότι ακόμα διορθώνεται.
από ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΑΡΚΑΔΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου